ἐπιδέκατος

ἐπιδέκατος
ἐπιδέκατος
masc nom sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • επιδέκατος — ἐπιδέκατος, ον (Α) 1. αυτός που περιέχει έναν ακέραιο αριθμό και ένα δέκατο 2. ο ένας από τους δέκα ή ένας στους δέκα 3. καταβολή δέκα τοις εκατό έναντι οφειλής ή ως παρακαταβολής 4. επί πλέον καταβολή ενός δεκάτου …   Dictionary of Greek

  • ἐπιδεκάτων — ἐπιδέκατος fem gen pl ἐπιδέκατος masc/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπιδέκατον — ἐπιδέκατος masc acc sg ἐπιδέκατος neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπιδεκάτου — ἐπιδέκατος masc/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπιδεκάτους — ἐπιδέκατος masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπιδεκάτῳ — ἐπιδέκατος masc/neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπιδέκατα — ἐπιδέκατος neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”